Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

Υπόθεση Marfin-Πως κράτος και media ενοχοποιούν έναν αναρχικό

Με αφορμή τη συνέχιση της δίκης, σήμερα 16.12.2015, του αναρχικού Θοδωρή Σίψα αναδημοσιεύουμε το αυτοοργανωμένο ντοκιμαντέρ  από την εργατική συλλογικότητα  ΔΙΑΚΟΠΤΕΣ.
Στο ντοκυμαντέρ αποδομείται το σύνολο του κατασκευασμένου κατηγορητηρίου. Αφιερώστε 20 λεπτά και δείτε. Γιατί η αλήθεια είναι ότι ο Θοδωρής Σίψας δεν δικάζεται για κάτι που έκανε αλλά γιατί είναι αναρχικός. Γιατί στόχος του κράτους και των media δεν ήταν να βρεθούν εκείνοι που έκαναν το έγκλημα της Marfin αλλά να στοχοποιηθεί ο αναρχικός/αντιεξουσιαστικός χώρος.


Για να καταλάβετε για το μέγεθος της σκευωρίας αρκεί να δείτε την ανώνυμη «μαρτυρία»  βάσει της οποίας ενοχοποιείται ο αναρχικός Θοδωρής Σίψας.


Και εάν αυτό δεν σας είναι αρκετό διαβάστε και την ανακοίνωση που είχαν εκδώσει τότε οι εργαζόμενοι στο Υπουργείο Πολιτισμού:
«Συγκεκριμένα, στις 2:10 μ.μ., ενώ από το κτίριο της τράπεζας Marfin έβγαιναν πυκνοί καπνοί για περίπου 15 λεπτά, και ενώ το μπλοκ μας διαδήλωνε στην οδό Σταδίου, είδαμε δύο πυροσβεστικά οχήματα να φτάνουν στην οδό Πεσματζόγλου και να σταματούν στην γωνία.
Αμέσως, οι διαδηλωτές από όλα τα μπλοκ που βρίσκονταν από την Πεσματζόγλου ως τη Σταδίου 23 άνοιξαν τον δρόμο για να μπορέσουν τα πυροσβεστικά οχήματα να περάσουν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Όχι μόνο τα πυροσβεστικά οχήματα δεν ΄απειλήθηκαν΄ ή ΄παρεμποδίστηκαν΄ από τους διαδηλωτές, όπως ψευδώς αναφέρθηκε στα ΜΜΕ, αλλά επιπλέον πολλοί από τους διαδηλωτές προσπαθούσαν να βοηθήσουν με όποιο τρόπο μπορούσαν.
Με έκπληξή μας είδαμε, αντί για τα πυροσβεστικά οχήματα, να εμφανίζονται ξαφνικά μηχανοκίνητες αστυνομικές δυνάμεις της ομάδας Δ, οι οποίες επιχείρησαν να περάσουν μέσα στην πορεία από τον χώρο τον οποίο είχαμε ανοίξει για την Πυροσβεστική. Προσπάθησαν δηλαδή να εκμεταλλευτούν την τραγική κατάσταση για να επιτεθούν στην πορεία! Η επιχείρηση της ομάδας Δ ανακόπηκε από εμάς και άλλους διαδηλωτές, που μπήκαμε μπροστά, διαμαρτυρηθήκαμε και διώξαμε την ομάδα Δ προκειμένου να περάσει η Πυροσβεστική. Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια, όπως επίσης και ότι όταν περάσαμε μπροστά από το κτίριο της Τράπεζας MARFIN διαπιστώσαμε ότι δύο διμοιρίες ήταν παραταγμένες έξω από το κτίριο και οι διαδηλωτές άρχισαν να τους φωνάζουν γιατί κάθονταν άπρακτοι και δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να βοηθήσουν τους εργαζόμενους της Marfin που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τα μπαλκόνια!».
Και άμα δεν σας φτάνει ούτε αυτό για να πειστείτε, πως πέραν όσων πέταξαν την μολότοφ[και που μέσα σε αυτούς δεν είναι ο αναρχικός Θοδωρής Σίψας], ευθύνη φέρει και το αφεντικό Βγενόπουλος, διαβάστε τι είπαν άνθρωποι που επέζησαν του εμπρησμού και συγγενείς θυμάτων στις 29 Απριλίου του 2013 σε καταθέσεις τους στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών:
Χρήστος Καραπαναγιώτης – Σύζυγος Αγγελικής
“Tο σχέδιο ήταν να φύγει στις 3 από το γραφείο και στις 4 είχε ραντεβού στο γυναικολόγο, αν όλα πήγαιναν καλά.Στις 2 παρά, μου τηλεφώνησε εμφανώς πανικόβλητη και μου είπε με έντονο ύφος «Μας έχουν βάλει φωτιά, θα σε πάρω σε λίγο». Μου το έκλεισε. Αμέσως μετά την πήρα πίσω και μου είπε: «Δεν μπορώ να μιλήσω τώρα. Πνίγομαι». Μου το έκλεισε πάλι. Την πήρα ξανά αλλά δεν το σήκωσε. Με πήρε τη στιγμή που κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να σωθεί. Αφού είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να φύγει από τη φωτιά.
Η μοναδική είσοδος – έξοδος του καταστήματος ήταν κλειδωμένη και κανείς δεν βγήκε με ορθόδοξο τροπο. Τους εξανάγκασαν να ζήσουν ένα φρικτό θάνατο. Εγώ δεν θα τους κρατούσα μέσα να πεθάνουν σαν τα ποντίκια”.
Γκολιάς Γιώργος – υπάλληλος της τράπεζας
“Άκουσα συναδέλφους να ανεβαίνουν τη σκάλα και να φωνάζουν «μας καίνε, μας καίνε». Δεν μπορούσαμε να δούμε ούτε να αναπνεύσουμε. Βγήκα σε ένα πολύ μικρό μπαλκόνι, περίπου 30 πόντους, και μέσα στον πανικό μου πήδηξα. Έπεσα στο κενό γιατί το σημείο όπου προσπάθησα να πηδήξω, υποχώρησε. Δεν είχα επιλογή: ή θα έσκαγα ή θα πήδαγα.Θεώρησα ότι είχαν πεθάνει όλοι, γιατί δεν υπήρχε έξοδος κινδύνου για να βγουν. Όλοι κάναμε σπασμωδικές κινήσεις γιατί δεν ξέραμε τί να κάνουμε. Δεν ήμασταν εκπαιδευμένοι. Χάσαμε χρόνο γιατί δεν ξέραμε τί να κάνουμε”.
Σταυρογιαννάκης Γιώργος –  τραπεζικός υπάλληλος στον τελευταίο όροφο
“Ειχα την τύχη να βγω από την ταράτσα, αφού ένας συνάδελφος έσπασε μια καταπακτή. Το κτίριο δεν είχε άλλη έξοδο πέρα από την κυρία είσοδο. Ήταν σαν να ήμασταν στο εσωτερικό μιας καμινάδας.Η τράπεζα δεν αναγνωρίζει την ευθύνη, ούτε μας έχει αποζημιώσει. Δεν μας κατηγόρησαν αλλά σε μία προσωπική συνάντηση που είχαμε λίγες μέρες μετά την επίθεση, με το δ.σ. της Marfin, όπου είχε παρευρεθεί και ο κ. Βγενόπουλος ουσιαστικά μας είπαν ότι έπρεπε να παραβούμε τις εντολές που είχαμε. Μας είπαν τί καθόμασταν για να κλείσουμε ταμείο ή τις επιταγές ενώ έπρεπε να φύγουμε, τη στιγμή που είχαμε εντολές”.
Σωτήρης Παπατζίκης – υπάλληλος της τράπεζας
“Οταν συνέβη το περιστατικό, όλοι ούρλιαζαν και ήταν χαμένοι. Ανέβαιναν στους πάνω ορόφους σαν τα ποντίκια. Δεν ήταν το πρόβλημα η μολότοφ. Ήταν ότι δεν ξέραμε τί να κάνουμε. Ο χρόνος υπήρχε. Θέλαμε μόνο να ακούσουμε ένα συγγνώμη και ένα γιατί.
Εχουν περάσει τρία χρόνια, αλλά ακόμα δεν έχουμε ακούσει τίποτα από την τράπεζα. Αντ’ αυτού στη συνάντηση με το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας, ο άνθρωπος για τον οποίο δουλεύαμε, μας είπε γιατί δεν πήραμε την πρωτοβουλία να φύγουμε παρά τις εντολές που είχαμε να μείνουμε. Ποιός θα τολμούσε εν μέσω κρίσης να κάνει του κεφαλιού του, αναρωτιέμαι…
Η ασφαλιστική εταιρεία της τράπεζας θέλησε να κάνει μια προσφορά στον ιδιοκτήτη του κτιρίου, όμως τελικά δεν μπορούσε να το ασφαλίσει γιατί ζητούσαν πυροπροστασία και σύστημα πυρόσβασης που δεν υπήρχαν”.
Όλο το αστικό μπλοκ επικεντρώνεται στη ρήψη της μολότοφ όμως δεν λέει τίποτα για τα εγκλήματα της διοίκησης της τράπεζας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου